του Σταύρου Καλεντερίδη
Η αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών αποτελεί αρχικά έμπνευση του Αριστοτέλη την οποία ο Montesquieu εξέφρασε με σύγχρονη ορολογία τον 18ο αιώνα. Σύμφωνα με την αρχή αυτή, για την ομαλή πολιτική λειτουργία μιας χώρας απαιτείται ένα σύστημα εξισορρόπησης των δυνάμεων εξουσίας (Νομοθετική, Δικαστική, Εκτελεστική). Η επαναστατική αυτή ιδέα θεωρείται πλέον αυτονόητη στις μέρες μας. Κάθε δημοκρατικό πολίτευμα ενέχει την αρχή αυτή ως απαραίτητη ανάγκη αποκέντρωσης της εξουσίας και καταμερισμό του δημοσίου έργου και της δημόσιας ευθύνης.
Σήμερα στην Ελλάδα (και όχι μόνο) βιώνουμε μία ολοκληρωτική διαστρέβλωση της εν λόγω αρχής. Το πολιτικοκοινωνικό μας σύστημα καθώς και η Κοινωνία των Πολιτών φαίνεται να έχει αποδεχθεί μία στείρα και επίπεδη «ονομαστική» διάκριση των τριών εξουσιών. Επί της ουσίας είναι κοινώς γνωστό και δυστυχώς αποδεκτό, ότι το πολιτικό μας σύστημα ελέγχεται απόλυτα από μία πανίσχυρη Εκτελεστική εξουσία η οποία και έχει την πολιτική, νομοθετική, και δικαστική πρωτοκαθεδρία σε κάθε ανερχόμενο θέμα και ζήτημα. Με άλλα λόγια, έχουμε όλοι μας αποδεχτεί ένα πυραμιδικό σύστημα εξουσίας στο οποίο μία και μόνο προσωπικότητα, ο πρωθυπουργός – δυνάστης (με την αυλική του ακολουθία – το κόμμα), αποφασίζει ανεξέλεγκτα και τις περισσότερες φορές αυθαίρετα, για τη μοίρα και την πορεία μιας ολόκληρης χώρας.
Αφού αποσαφηνιστεί η πολιτική δομή και λειτουργία της χώρας, γίνεται σαφές ότι η ισχύουσα κατάσταση είναι άκρως επικίνδυνη και καταστροφική. Είναι αδιανόητο και εξευτελιστικό οι άμεσα εκλεγμένοι εκπρόσωποι των Πολιτών – οι Έλληνες βουλευτές – να είναι υποχείρια και στο έλεος ενός ανθρώπου και της επιλεγμένης κυβερνητικής του ομάδας για να νομοθετήσουν. Είναι αδιανόητο και εξευτελιστικό οι ανώτατοι και ικανότεροι δικαστικοί της χώρας να φαντάζουν αδύναμοι και ο λόγος τους να είναι είτε συμβουλευτικός (!) είτε να αναιρείται και να χλευάζεται από την σπείρα της κυβερνήσεως. Είναι αδιανόητο και εξευτελιστικό να επαφίεται η τύχη της Ελλάδος, της ζωής μας και των παιδιών μας στα χέρια ενός και μόνο ανθρώπου, γράφοντάς του μία λευκή επιταγή ανανεώνοντάς την κάθε τέσσερα χρόνια.
Επιπλέον, γίνεται εύκολα κατανοητό, ότι ακόμα και ο πιο ηθικός και τίμιος άνθρωπος θα κινδύνευε να διαφθαρεί λόγω της παντοδυναμίας της θέσης του πρωθυπουργού. Ο παπικού τύπου πολιτικός του θρόνος τον περιβάλλει με αντίστοιχα θεόσταλτα δικαιώματα, όπως αυτό της πρωτειάς και του αλάθητου. Είναι επίσης υπεράνω νόμου μιας και τα ανώτατα δικαστικά σώματα ορίζονται και διορίζονται από αυτόν και δεν θα μπορούσαν ποτέ να ελέγξουν αυτόν και τους αγαπημένους του ακολούθους. Το πιο τρομαχτικό όλων είναι ότι έχοντας τον πλήρη έλεγχο ολόκληρης της χώρας και 10 εκ. Πολιτών, ο πρωθυπουργός – δυνάστης μπορεί να μας οδηγήσει με την δική του προσωπική αποτυχία στην συνολική αποτυχία και καταδίκη ενός ολόκληρου έθνους.
Η Εκτελεστική εξουσία δεν είναι ανώτερη από τις άλλες δύο εξουσίες. Το γεγονός ότι στη χώρα μας η Νομοθετική και Δικαστική εξουσία υπόκεινται σε αυτήν αποτελεί απλά και ευδιάκριτα μια πολιτική διαστρέβλωση. Ένα πολιτικό καρκίνωμα το οποίο μειώνει τις άλλες δύο εξουσίες και τις προσωπικότητες που τις αποτελούν, και υποθηκεύει το μέλλον όλων μας σε ένα ριψοκίνδυνο παιχνίδι πλήρης παντοδυναμίας της ανώτατης κυβερνητικής σέκτας.
Για όλους τους λόγους που αναφέρθηκαν μπορεί να κρίνει κανείς την ισχύουσα κατάσταση ως ένα μείζον συστημικό πρόβλημα της χώρας μας το οποίο έχει βασικότατη ευθύνη για τον εξευτελισμό της πολιτικής και για την κρίσιμη κατάσταση στην οποία έχει υποπέσει τώρα η Ελλάδα.
Επομένως, είναι αναγκαίο, και απαιτείται η ενδυνάμωση της έννοιας της διάκρισης των εξουσιών όπου αυτή δεν είναι αρκετή. Απαιτείται μία απόλυτη Αυτοδυναμία των Εξουσιών απέναντι στις άλλες, για κάθε θέμα της αρμοδιότητάς τους. Για παράδειγμα, απαιτείται η Νομοθετική εξουσία να έχει την μοναδική ικανότητα νομοθετικής πρωτοβουλίας και να μην υπόκειται στις θελήσεις και τις ορέξεις της κυβέρνησης. Επίσης απαιτείται η ενδυνάμωση της Δικαστικής εξουσίας έτσι ώστε αυτή να μπορεί να ελέγξει και να διώξει τους παράνομους Νομοθέτες και μέλη της κυβέρνησης. Επιπλέον είναι αυτονόητο ότι μια Αυτοδύναμη Δικαστική αρχή θα μπορούσε να σταματήσει απόλυτα και οριστικά κάθε νομοθετική πρωτοβουλία ή κυβερνητική απόφαση που διέκρινε ως αντισυνταγματική.
Στην περίπτωση που τα ανωτέρω γινόντουσαν πράξη θα είμασταν όλοι μάρτυρες μιας αληθινής πολιτικής αναγέννησης στη χώρα. Με ένα σύστημα ισορροπίας δυνάμεων, κάθε εξουσία θα έπρεπε να λάβει υπ’ όψιν της τις άλλες δύο με αποτέλεσμα κάθε πρωτοβουλία να ήταν πιο νόμιμη, πιο δίκαιη και πιο δημοκρατική. Ταυτόχρονα, θα παρατηρούσαμε την ανέλιξη ικανών προσωπικοτήτων και στις τρεις εξουσίες (και όχι μόνο στην Κυβέρνηση), οι οποίες θα προσέθεταν με την διανοητική και πολιτική τους γνώση και κατάρτιση στο πολιτικό κεφάλαιο της χώρας. Επιπλέον, το πολιτικό τους κύρος και η αξία των ανεμπόδιστων (από την αυταρχική κυβέρνηση) προσπαθειών τους θα εμπλούτιζε την Δημοκρατικότητα της χώρας και θα οδηγούσε στην γενική πολιτική πρόοδο και ανάπτυξη.
Αξίζει να αναφερθεί ένα παράδειγμα το οποίο αναδεικνύει τα οφέλη από την ύπαρξη αυτοδύναμων εξουσιών και προσωπικοτήτων – ηγετών τους που συνεργάζονται, αλληλοελέγχονται, αλληλοϋποστηρίζονται, και με τον ευγενή τους ανταγωνισμό και τον μεταξύ τους υγιή και απαραίτητο διάλογο, ανυψώνουν την πολιτική ζωή στη χώρα και εξυμνούν την Δημοκρατία.
Ο Thomas Jefferson, κατά την διάρκεια ανάληψης των προεδρικών του καθηκόντων (διετέλεσε ως 3ος Πρόεδρος των Η.Π.Α.), εξέφρασε την βεβαιότητά του ότι η ύπαρξη μεγάλων ηγετών στην Βουλή και στο Ανώτατο Δικαστήριο θα του προσφέρει «αποθέματα σοφίας, αρετής, και ανταγωνισμού τα οποία θα τον βοηθήσουν σε όλες του τις δυσκολίες». Ακόμα, ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του τυχερό για την «υποστήριξη, και καθοδήγηση» που θα λάμβανε από τους συνεργάτες του από τις υπόλοιπες εξουσίες.
Έτσι λοιπόν και κάτω από αυτές τις συνθήκες πρέπει να αναλαμβάνει τα καθήκοντά του ο αρχηγός κάθε Δημοκρατικού κράτους. Αυτός, θα πρέπει να ξέρει ότι γίνεται ηγέτης μιας Δημοκρατίας και τίποτα λιγότερο, όπου θα συναντήσει απέναντί του και δίπλα του καταξιωμένες προσωπικότητες των άλλων εξουσιών τις οποίες οφείλει να ακούσει, να συνεργαστεί μαζί τους, και να τιςς αξιοποίησει στο έπακρο (ως συμβούλους, ως απεσταλμένους στις διεθνείς σχέσεις, κτλ.). Ταυτόχρονα, οι υπόλοιπες εξουσίες πρέπει να παρέχουν και να παράγουν δυνατές και εμβριθείς πολιτικές και δικαστικές μονάδες που θα υποστηρίζουν τον αρχηγό της χώρας για το εθνικό συμφέρον, αλλά
- θα τον ανταγωνίζονται σε θέματα που διαφωνούν,
- θα τον ελέγχουν και θα τον μέμφονται για τις τυχόν του αυθαιρεσίες, καθώς και
- θα αναλαμβάνουν το βάρος της διακυβέρνησης της χώρας σε περίπτωση δικής του ανεπάρκειας, ανικανότητας ή και προδοσίας.
Στις μέρες μας, έχουμε υπάρξει θύματα και ανεπαρκών, και ανίκανων και εθνικά προδοτικών κυβερνήσεων, και δεν υπήρξε κανένας απέναντι ή/και δίπλα σε αυτές έτσι ώστε να διασώσει την κατάσταστη. Ένα γεγονός που είχε ως σκληρό αποτέλεσμα τις μάυρες σελίδες στην ιστορία του Ελληνισμού.
Εν κατακλείδι, διακρίνεται ως απαραίτητη ανάγκη για τις αναφερθείσες πολιτικές εξυγίανσης του Ελληνικού συστήματος διακυβέρνησης και λειτουργίας, η ανάλογη συνταγματική και πολιτειακή μεταρρύθμιση.