Δημοσιεύθηκε 19 Νοεμβρίου, 2015
0Προτάσεις για νέους θεσμούς
Του Ι. Δημητροκάλλη
Συμπολίτισσα, Συμπολίτη,
Το κείμενο δεν περιέχει κριτική και επιτιμήσεις αλλά προτάσεις για νέους θεσμούς. Θεσμοί, που καθιστούν τον πολίτη κυρίαρχο των πολιτικών αποφάσεων. Θεσμοί που τους έχουν εφαρμόσει άλλοι Λαοί και ζουν με Δημοκρατία και προκόβουν στην Οικονομία. Το ζητούμενο είναι να διαλέξουμε κι εμείς αυτούς που μας ταιριάζουν, ή να βρούμε νέους δικούς μας για να προκόψουμε κι εμείς. Οι ξένοι μας βλέπουν απορημένοι να απλώνουμε το χέρι της ζητιανιάς, υποχρέωση των εταίρων το λέμε εμείς, όταν θα μπορούσαμε να παράγουμε τόσα, που θα καλύπταμε και τις δικές τους ανάγκες σε πολλούς τομείς Δεν μπορούν να φανταστούν πόσο έλλειμμα δημοκρατίας έχουμε, που γεννά συνεχή αντιπαράθεση Πολιτείας και πολίτη και δεν αφήνει την οικονομία μας να ανθίσει. Ξεκινώ από το τόσο πολυσυζητημένο, μα και τόσο άγνωστο, επί της ουσίας, σε μας Δημοψήφισμα.
Το Δημοψήφισμα εκφράζει, κυριαρχικά και γνήσια, τη θέληση τού Λαού και υποχρεώνει τις Κυβερνήσεις να υπακούν σ αυτήν. Ακόμη και μόνο με την ύπαρξή τους, ως θεσμοί, τις υποχρεώνουν να ενεργούν σε αρμονία με την κοινή γνώμη. Το γνήσιο Δημοψήφισμα είναι όπλο στα χέρια του Λαού για να ανατρέπει τις αποφάσεις της κυβέρνησης και όχι μέσον της Κυβέρνησης για να αποφεύγει τις ευθύνες των αποφάσεών της. Δεν έχει καμία σχέση με την ευρεία δημοσκοπική έρευνα, που έγινε πρόσφατα στην Ελλάδα και ονομάστηκε δημοψήφισμα του 62% και 38%. Αποτελεί την εγκυρότερη σύγχρονη προσαρμογή και έκφραση της Άμεσης Δημοκρατίας, κατά το πρότυπο πού επινόησαν οι πρόγονοί μας. Εξασφαλίζει τη συνεχή συμμετοχή τού πολίτη στα κοινά, αποτρέπει την αυθαίρετη διακυβέρνηση και αποκλείει το μονοπώλιο του Πρωθυπουργού στην διαχείριση της εξουσίας. Προστατεύει από την Πρωθυπουργοκρατία. Ενδεικτικά καταγράφεται τι ισχύει στις Ιταλία, ΗΠΑ, Ελβετία.
Ιταλία: Δημοψηφίσματα διεξάγονται για τον τρόπο αναθεώρησης τού Συντάγματος, για συγχώνευση ή αλλαγή ορίων υφισταμένων οργανισμών τοπικής αυτοδιοικητικών διαμερισμάτων, για ψήφιση νόμου – πρόταση Λαϊκής Πρωτοβουλίας, που η Κυβέρνηση απέρριψε, για μερική ή ολική κατάργηση ισχύοντος Νόμου. 18 Την εικοσαετία 1974-1993 διεξήχθησαν 26 εθνικά Δημοψηφίσματα.
Ηνωμένες Πολιτείες: Προβλέπεται η προσφυγή του λαού σε Δημοψήφισμα, σε επίπεδο Πολιτείας ή τοπικό. Οι τομείς διενέργειάς του ποικίλουν από επίλυση τοπικών θεμάτων, μέχρι την ψήφιση Νόμων, από την ευθανασία μέχρι την ανέγερση ενός δημόσιου κτηρίου. Έχουν διεξαχθεί δημοψηφίσματα για το εάν μια γυναίκα έχει το δικαίωμα, στην πόλη τους, να κόβει το χορτάρι τού κήπου της γυμνόστηθη, ή για τον περιορισμό πώλησης συγκεκριμένου τύπου όπλου στην Πολιτεία τους. Διεξάγονται, ετήσια, εκατοντάδες Δημοψηφίσματα σε επίπεδο Πολιτείας και δεκάδες χιλιάδες τοπικά, πέραν τού ότι οι αμερικανοί πολίτες ψηφίζουν στη διάρκεια κάθε τετραετίας για 14 διαφορετικά αξιώματα της Δημοκρατίας τους.
Ελβετία: Οι Ελβετοί δεν δέχθηκαν, απ αρχής, την εκχώρηση των δικαιωμάτων τους στους πολιτικούς και φρόντισαν να δομήσουν την Εξουσία των Πολιτών. (Το Σύνταγμά τους το έχει συντάξει ο Ιωάννης Καποδίστριας, που όταν αποπειράθηκε να εφαρμόσει κάτι ανάλογο στην Ελλά- δα, τον δολοφονήσαμε). Για κάθε πρόβλημα η Κυβέρνηση μπορεί να αποφασίζει, αλλά οι Νόμοι ισχύουν, μόνο αφού οι πολίτες, ενημερωμένοι με φυλλάδια γραμμένα από ειδικούς, τούς εγκρίνουν με Δημοψήφισμα. Οι πολίτες της Ελβετίας επιμένουν, με βαθειά δημοκρατική συνείδηση, να παραμένουν κυρίαρχοι της τύχης τους, αποφασίζοντας οι ίδιοι, για κάθε θέμα, με Δημοψήφισμα.
Οι Λαϊκές Πρωτοβουλίες πραγματώνουν τη Λαϊκή Κυριαρχία σε όλες τις χώρες της Ευρώπης και πρέπει να ενταχθούν οι μορφές τους, ως θεσμοί, και στο Σύνταγμά μας. Η δημοκρατικότητα ενός Πολιτεύματος εξαρτάται από τα πολιτικά δικαιώματα τού πολίτη, πού τον προτρέπουν σε δράση και τού δίνουν ευκαιρίες να παρεμβαίνει θετικά ή αρνητικά στην διακυβέρνηση της Χώρας. Δομούν μια ενεργητική σχέση του, με την άσκηση της εξουσίας. Στις Δυτικές Δημοκρατίες έχουν καθιερωθεί συνταγματικοί θεσμοί, οι οποίοι τείνουν προς αυτή την κατεύθυνση και έχουν, κυρίως, τη μορφή Λαϊκών Πρωτοβουλιών. Συνίστανται στην εξωκομματική συγκέντρωση υπογραφών πολιτών, με σκοπό την:
α) Υποβολή Νομοθετημάτων στο Κοινοβούλιο. Απλοί πολίτες παίρνουν την πρωτοβουλία σύνταξης ενός Νόμου, τού οποίου κρίνουν χρήσιμη την ψήφιση, συγκεντρώνουν τίς απαιτούμενες υπογραφές πολιτών, οι 19 οποίες περιορίζονται γύρω στο 0,1% τού εκλογικού σώματος και τον υποβάλλουν στη Βουλή. Εκεί είτε ψηφίζεται, είτε παραπέμπεται σε δημοψήφισμα.
β) Άρση ισχύοντος Νόμου. Για το όλον, ή μέρος, ενός Νόμου, που κρίνεται αρνητικά από τούς πολίτες, είναι δυνατόν να ζητηθεί η κατάργησή του, μετά από συγκέντρωση υπογραφών τού 1% των ψηφοφόρων. Εάν η Κυβέρνηση δεν δεχθεί να τον αλλάξει παραπέμπεται σε δημοψήφισμα και εάν η πρόταση συγκεντρώσει την πλειοψηφία ο Νόμος καταργείται.
γ) Ανάκληση αιρετού αξιώματος. Εάν ένας εκλεγμένος αξιωματούχος αποδειχθεί ανίκανος, ή επιδείξει ανάρμοστη συμπεριφορά, ή ανεντιμότητα, είναι δυνατόν να γίνει ανάκληση τού αξιώματός του, προτού λήξει η θητεία του, εάν το ζητήσει ένα ποσοστό της τάξεως τού 25% τού εκλογικού σώματος
δ) Διεξαγωγή Δημοψηφίσματος. Όλες οι Λαϊκές Πρωτοβουλίες, εάν δεν γίνουν αποδεκτές από την Βουλή, παραπέμπονται στην κρίση τού Λαού που αποφασίζει, οριστικά, με Δημοψηφίσματα. Η Λαϊκή Κυριαρχία, πρέπει και στην Ελλάδα, να μην μένει, πλέον, σε διακηρυκτικό επίπεδο, αλλά να πάρει σάρκα και οστά, με Λαϊκές Πρωτοβουλίες. Δεν είναι μόνο θέμα βελτίωσης της ποιότητας της Δημοκρατίας μας, αλλά ανάγκη πρώτης προτεραιότητας ανάπτυξης της οικονομίας μας, ώστε να επιβιώσουμε ως Λαός μέσα στο σκληρά ανταγωνιστικό ευρωπαϊκό περιβάλλον.
Τα Ενδιάμεσα Σώματα είναι χώροι πολιτικής εξωκομματικής δράσης και αποτελούν, σε όλη την Ευρώπη, α-κομματικούς χώρους για τη συνεργασία πολιτών και κυβερνώντων. Στις εκλογές, η κοινή θέληση, που παραδίδει την εξουσία στα κόμματα, δεν είναι παρά μια χαοτική συνισταμένη επί μέρους ατομικών θελήσεων. Οι πολιτικοί ενεργούν εν ονόματι τού γενικού καλού, το οποίο παραμένει, όμως, αφηρημένο. Οι πολίτες, μη έχοντας καμμιά δυνατότητα διαμόρφωσής του, το ταυτίζουν με τις αόριστες κομματικές δεοντολογίες και ταυτίζονται μαζί τους. Αυτό, όμως, προκαλεί ανεπιθύμητες πολιτικές δεσμεύσεις τους. Στο δυτικό κόσμο, το πρόβλημα έχει αντιμετωπισθεί με επαναστοχασμό και επαναπροσδιορισμό της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, που οδήγησε σε περιορισμό της. Χωρίς να θιγεί η επάρκειά της, αναγνώρισαν, συνταγματικά, ημιαντιπροσωπευτικό ρόλο συνομιλητή των κυβερνώντων, σε εξειδικευμένου στόχου συλλογικούς Φορείς. Κοινωνικά Σώματα. Τα Σώματα αυτά συγκροτούνται με εθελοντική συμμετοχή τού πολίτη, στη βάση κοινών ενδιαφερόντων. Επιδιώκουν να προωθήσουν, τα ενδιαφέροντά τους, ασκώντας πίεση στην εξουσία, χωρίς να στοχεύουν στην κατάκτηση της ίδιας, όπως τα κόμματα. Οι σκοποί τους είναι διατυπωμένοι με σαφήνεια, χωρίς μεταμφιέσεις, διότι μόνο έτσι μπορούν να προσελκύσουν τούς πολίτες, με το αντίστοιχο ενδιαφέρον και να τούς επιτύχουν. Λειτουργούν με απόλυτη δημοκρατικότητα, αναπτύσσονται οριζόντια και συναποτελούν μια διαστρωμάτωση δημοκρατικών φορέων, οι οποίοι παραμένουν σταθερά μεταξύ πολίτη και κεντρικής εξουσίας, απ όπου και το όνομα Ενδιάμεσα Σώματα. Αρκούνται στο να επιδρούν, σε συγκεκριμένο τομέα, επί της εξουσίας, χωρίς να τούς ενδιαφέρει η άσκησή της, ή η αλλαγή τού κατόχου της. Είναι προφανές ότι εντάσσονται, στο θεσμό αυτό, φορείς που το αντικείμενο δράσης τους συμβάλει στο γενικό καλό σε συγκεκριμένο τομέα και όχι αυτοί που υπερασπίζονται προνόμια των μελών τους, ή ενεργούν για λογαριασμό ομάδων συμφερόντων. Στη Γερμανία λέγονται ενδιάμεσα σώματα, ομάδες πίεσης στη Γαλλία, ομάδες συμφερόντων (Loby) στην Αμερική, κοινωνικοί εταίροι σε όλη την Ευρώπη. Διαμορφώνεται, έτσι, ένα υγιές πολιτικό περιβάλλον, στα πλαίσια ενός ποιοτικά βελτιωμένου δημοκρατικού Πολιτεύματος μιας κοινωνίας, που οι Ευρωπαίοι αποκαλούν «Κοινωνία Πολιτών». Εμείς θα μπορούσαμε, με τον πλούτο της γλώσσας μας, να την ονομάσουμε, πιο εύστοχα, «Κοινωνία των Ενώσεων», δίνοντας εντονότερα την αίσθηση της ειρηνικής συνεργασίας στα πλαίσια μιας ποιοτικής Δημοκρατίας. Είναι άγνωστα, στους Έλληνες πολίτες, διότι είναι ανύπαρκτοι θεσμοί για το Ελληνικό Σύνταγμα. Δεν θέλησαν τα κόμματα να δώσουν θεσμική υπόσταση στους συλλογικούς φορείς, της πολυσχιδώς συγκροτημένης ελληνικής κοινωνίας. Προτίμησαν να χειραγωγούν τις Διοικήσεις τους.
Το Εκλογικό Σύστημα, ως διαδικασία επιλογής των διαχειριστών της Εξουσίας, δεν επιτρέπεται να καθορίζεται από την εκάστοτε Κυβέρνηση, αλλά από το Σύνταγμα. Η σημερινή δυνατότητα της εκάστοτε πλειοψηφίας της Βουλής, να το προσαρμόζει στις σκοπιμότητές της, νοθεύει την αντιπροσώπευση και επομένως το ίδιο το Πολίτευμα μας. Της επιτρέπει να επιχειρεί να ανακαταλαμβάνει, με μεθοδεύσεις, την Εξουσία, αλλοιώνοντας, συνειδητά, τη λαϊκή θέληση. Η Ελλάδα έχει πληρώσει ακριβά, ως Κράτος και ως Δημοκρατία, τις συνεχείς και απαράδεκτα επιτήδειες, αλλαγές τού εκλογικού νόμου, προκειμένου να επανεκλεγούν ή να καταγγελθούν οι κυβερνώντες. Η επιλογή τού χρόνου των εκλογών, η διοικητική διαίρεση, οι εκλογικοί κατάλογοι, το σύστημα ανάδειξης της πλειοψηφίας, οι προκριματικές εκλογές, όλα πρέπει να καθορίζονται από το Σύνταγμα, ώστε να είναι διαφανής και σταθερή η διαδικασία έκφρασης της λαϊκής βούλησης. Προκριματικές Εκλογές διεξάγονται σε όλη την Ευρώπη, για να καθοριστούν οι υποψήφιοι βουλευτές. Στην Ελλάδα ορίζονται από τούς Αρχηγούς. Η μονοπώληση της δυνατότητας επιλογής, των υποψηφίων από τους αρχηγούς των κομμάτων κατέληξε στο να είναι πολύ σημαντικότερη η κρίση τού Αρχηγού, από τη ψήφο τού Λαού. Στοιχειώδης σεβασμός στην Λαϊκή Κυριαρχία, επιβάλλει η καταλληλότητα των υποψήφιων αντιπροσώπων του, να κρίνεται από τον ίδιο το Λαό και όχι να αποτελεί προϊόν εκτίμησης των Αρχηγών. Απαιτούνται, επομένως, σαφείς συνταγματικές δεσμεύσεις των κομμάτων, να αναθέτουν την προεπιλογή των υποψηφίων βουλευτών στα κομματικά μέλη τους, με διαδικασίες ελεγχόμενες από τις δικαστικές αρχές. Αυτό εφαρμόζεται σε όλη την Ευρώπη, σε κάποιες χώρες της οποίας, μπαίνουν και οι απερχόμενοι βουλευτές στις διαδικασίες ανάδειξης των Υποψηφίων. Οι προκριματικές εκλογές για την ανάδειξη των υποψηφίων βουλευτών συμβάλλουν πολλαπλά στη βελτίωση της πολιτικής μας ζωής, π.χ. • Αποκαθιστούν την αξιοπιστία και την εμπιστοσύνη στην Αντιπροσώπευση, της βασικής σχέσης πολίτη-πολιτικού τού Πολιτεύματός μας. • Καλλιεργούν στους εκλογείς την πρόταξη αξιοκρατικών κριτηρίων. • Ελκύουν άξιους και προβεβλημένους πολίτες να αναμιχθούν στην πολιτική. • Ενισχύουν τις πιθανότητες ανανέωσης τού πολιτικού κόσμου. • Αμβλύνουν τον επηρεασμό των κεντρικών Μ.Μ.Ε., υπέρ των τοπικών, στις μη μεγαλοαστικές εκλογικές περιφέρειες. • Αποδυναμώνουν την ευνοιοκρατική προώθηση ακατάλληλων υποψηφίων, από τούς υπάρχοντες αρχηγικούς μηχανισμούς. Η κοινωνία μας διαθέτει μεγάλη παρακαταθήκη ικανών ατόμων, με συγκρότηση υψηλού επιπέδου, με γνώσεις, φαντασία, έμπνευση, ενόραση, και κυρίως προβλεπτικότητα και σεβασμό για τα συμφέροντα τού Λαού. Παραμένουν, όμως, εκτός πολιτικής, διότι οι εν ενεργεία πολιτικοί, φοβούμενοι τη σύγκριση, αποτρέπουν, μέσω των αρχηγών, την ανάμειξή τους. Οι προκριματικές εκλογές, θα δώσουν την ευκαιρία να βελτιωθεί το απαξιωμένο, πλέον, πολιτικό προσωπικό της Χώρας μας, προς όφελος του Λαού.
Τα κόμματα αποτελούν, τους χώρους διαμόρφωσης και ανάδειξης της λαϊκής βούλησης και πρέπει να κατοχυρωθεί συνταγματικά, η εσωκομματική δημοκρατία. Το Σύνταγμά μας ορίζει, ότι τα κόμματα οφείλουν να στηρίζουν το δημοκρατικό μας Πολίτευμα. Δεν ορίζει, όμως, ότι τα ίδια πρέπει να λειτουργούν δημοκρατικά. Έτσι, τα μεταδικτατορικά κόμματα, αν και αυτοχαρακτηρίσθηκαν ως δημοκρατικά, λειτούργησαν ως άκρως αρχηγικά. Η κομματαρχική δομή των κομμάτων πριν το 1967 και η μη υποχρέωση δημοκρατικής λειτουργίας τους μετά το 1975, επέτρεψαν στους αρχηγούς τους να εγκαταστήσουν, με τη γοητεία που ασκούσαν στο διψασμένο για Δημοκρατία Λαό, τη λατρεία τού αρχηγού και την υποταγή στην εντολή του, ως συνεκτική τους ύλη. Οι πολίτες, που με καλή προαίρεση, ενθουσιασμό και ελπίδα, έγιναν αρχικά μέλη τους, αντιμετωπίζουν, πλέον, με επιφυλακτικότητα την ένταξή τους. Είναι απογοητευμένοι από τον τρόπο λειτουργίας τους και έχουν κατανοήσει τον σφετερισμό της εμπιστοσύνης τους. Η απογοήτευση αυτή έχει αποβεί σε επικίνδυνα φθοροποιό παράγοντα για τη Δημοκρατία, διότι οδήγησε, τον Λαό, σε μόνιμη κομματική αποστασιοποίηση και αδράνεια. Τα κόμματα, όμως, είναι αναγκαία ως θεσμοί, για τη λειτουργία τού Πολιτεύματός μας. Είναι οι απαραίτητοι διαμεσολαβητικοί χώροι για την άσκηση της Εξουσίας από τον πολίτη. Επομένως, πρέπει να διασφαλισθεί θεσμικά η εσωκομματική δημοκρατία, ώστε να γίνουν ξανά ελκυστικά. Το Πολίτευμά μας θα παραμένει μια γκρίζα Δημοκρατία εάν δεν μεταλλαγούν από φέουδα αρχηγών, σε συλλογικούς φορείς με ουσιαστική συμμετοχή των μελών τους, στη λήψη των αποφάσεων. Πέραν τού ιδεολογικού ανταγωνισμού, πρέπει να υπάρξει ένα ευρύτερο πλαίσιο άμιλλας μεταξύ τους, όσον αφορά στην ποιότητα και στη γνησιότητα των εσωτερικών τους δημοκρατικών διαδικασιών. Να συναγωνιστούν στην απόκτηση θεσμοθετημένων δομών δημοκρατικού διαλόγου και να καταστούν πρότυπα πολιτικής διαφάνειας. Να καταστεί η βούληση των μελών κυρίαρχο συστατικό τους, ώστε η Λαϊκή Κυριαρχία να πραγματωθεί, με πρώτο πεδίο διαμόρφωσης και έκφρασής της, το εσωτερικό των κομμάτων. Είναι θεμελιακή ανάγκη, το να αναπτυχθεί ή Δημοκρατία μέσα στα κόμματα, με νέες συνταγματικές φωτεινές επιταγές, εάν δεν θέλουμε να λειτουργεί μεταξύ των κομμάτων, ερήμην των Ελλήνων.
Η οικονομική ανάπτυξη είναι το μεγάλο ζητούμενο της εποχής αυτής. Θα πει, λοιπόν, κάποιος, αυτό που λέει ο Λαός: «Εδώ καράβια πνίγονται και οι βάρκες αρμενίζουν». Εδώ, βουλιάξαμε οικονομικά και για δημοκρατία θα μιλάμε; Ναι, η βελτίωση της οικονομίας έρχεται μετά την βελτίωση της Δημοκρατίας. Η σημερινή Ελλάδα χρειάζεται ένα Πολίτευμα που να παρέχει στον πολίτη ευκαιρίες δράσης και όχι άχρηστες προστασίες που τον αδρανοποιούν. Φτερά ελεύθερης πτήσης αρμόζουν στον Έλληνα και όχι άγκυρες ασφάλειας. Η πολιτική καθίζηση στη Χώρα μας δεν είναι αποτέλεσμα ανικανότητας προσώπων, αλλά ελλείψεων τού πολιτεύματος. Είμαστε σε μια περίοδο που απαιτούνται ριζικές πολιτευματικές αλλαγές, ώστε οι πολίτες να αποκτήσουν θεσμικά δικαιώματα και η Πολιτεία να αναδιοργανωθεί, επάνω σε τελείως διαφορετικές βάσεις. Είναι η χρονική συγκυρία ταύτισης δημοκρατικού και αναπτυξιακού εκσυγχρονισμού. Σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες είναι διαπιστωμένο ότι όπου τα πολιτεύματα προ- ωθούσαν τη συμμετοχή τού πολίτη στη διακυβέρνηση της χώρας, παρατηρήθηκε και οικονομική άνθηση. Όπου η διακυβέρνηση λειτούργησε ως αποκλειστικό προνόμιο μιας τάξης, περιορίστηκε η ποιότητα της Δημοκρατίας, βαλτώθηκε η αναπτυξιακή πορεία και παρέμεινε μίζερη, όπου δεν κατέρρευσε, η οικονομία. Όταν η οικονομική δραστηριότητα, πλούσιων και φτωχών, παραμένει ξένη προς το συλλογικό συμφέρον, διότι ο πολίτης παραμένει ξένος προς τη διαχείριση της εξουσίας, είναι αδύνατον το κράτος να οδηγηθεί στην πρόοδο και την ευημερία. Μερικοί νομίζουν ότι κάποια άλλα πρόσωπα, κάποιοι άλλοι αρχηγοί, κάποια άλλα κόμματα, κάποιες άλλες οικονομικές ιδεολογίες, θα μας σώσουν. Λάθος σκέψη, λάθος δρόμος, λάθος προοπτική, φρούδες ελπίδες. Αν δεν υπάρξει ένα Σύνταγμα, με άλλη συλλογιστική, με θεσμούς, που θα κατανέμουν τη διαχείριση της εξουσίας μεταξύ πολιτικών και πολιτών ,δεν πρόκειται να δούμε άσπρη μέρα. Είναι αποδεδειγμένη, πλέον, διεθνώς η σχέση ποιότητας Δημοκρατίας και οικονομικής ανάπτυξης των Λαών. Δεν είναι, ούτε σοφό, ούτε ανεκτό, πλέον, οι άλλοι να αξιοποιούν και να επενδύουν κάθε ικανότητά τους και εμείς να παραμένουμε σιδηροδέσμιοι ενός πολιτικού συστήματος που αντί να τονώνει, ακυρώνει κάθε ικμάδα τού Λαού μας.
Η Οικουμενική Ελληνική Πολιτεία, μπορεί να γίνει γρήγορα πραγματικότητα, με βάση τους ελληνικούς πληθυσμούς, που είναι εγκατεστημένοι σε όλα τα μήκη και τα πλάτη τού πλανήτη. Η βουλιμία άσκησης απόλυτης εξουσίας από τούς πολιτικούς, τούς οδήγησε στο να μην επιδιώκουν μια εθνική δημιουργική συνεργασία, με τα 8.000.000 ομογενών. Πολλοί από αυτούς ζουν σε πλούσιες χώρες και εργάζονται σε ισχυρά κέντρα εξουσίας, ενώ το κράτος μας αφήνεται αδύναμο και μίζερο. Δεν φροντίσαμε, οι Ελλαδίτες, να υπάρξουν συνταγματικοί θεσμοί που να ενώνουν τον ανά τον κόσμο Ελληνισμό, ούτε καν να ελκύουν, ώστε να διευκολυνθεί η ενσωμάτωση του πνευματικού και υλικού ομογενειακού κεφαλαίου στην Ελλάδα. Ιδιαίτερα τώρα, με την παγκοσμιοποίηση, η αναπόφευκτη εισβολή ξένων κεφαλαίων, στην Ελλάδα, προκαλεί μια έμμεση, αλλά ισχυρή, οικονομική εξάρτηση από διεθνή κέντρα, η οποία θα μπορούσε να αποφευχθεί με εθνική οικονομική θωράκιση, από τα ανά τον κόσμο, οικονομικά ομογενειακά κέντρα. Η ενέργεια, οι τηλεπικοινωνίες, οι αερομεταφορές, ο υψηλός τουρισμός και τόσοι άλλοι καίριοι, για την Ελλάδα, οικονομικοί τομείς θα έπρεπε, αντί να περνούν στα χέρια τού διεθνούς κεφαλαίου, να διευκολύνεται η ανάληψή τους από επιχειρήσεις ελληνικού ενδιαφέροντος, με την έγκαιρη νομοθετική δόμηση κατάλληλων συνθηκών. Αντί αυτού, όταν π.χ. το ανά την υφήλιο συγκεντρωμένο εφοπλιστικό κεφάλαιο τόλμησε να επενδύσει στην Ελλάδα τα κέρδη του, αντιμετωπίστηκε ως οικονομικός μινώταυρος που θα «πιεί το αίμα τού Ελληνικού Λαού» με τα δήθεν παρασιτικά κέρδη του. Ακόμη και σήμερα που το διεθνές εμπόριο συνεχίζει να διενεργείται θαλάσσια, δεν έχει τολμηθεί η ομόθυμη στήριξή του στο διεθνή αντα- γωνισμό. Κι όμως ο ελληνικός εμπορικός στόλος έχει αναδειχθεί σε ρυθμιστικό παράγοντα της παγκόσμιας θαλασσοκρατορίας και θα μπορούσε να προσμετράτε στις εθνικές μας δυνάμεις. Ακόμη, όμως, και οι μικρές ιστορικές ή νεώτερες παροικίες, διεσπαρμένες σε όλες τις χώρες τού κόσμου, τις οποίες η Ορθοδοξία έχει οργανώσει σε ενορίες, θα μπορούσαν να αποτελέσουν ένα πολύτιμο παγκόσμιο δίκτυο προβολής και στήριξης της εθνικής πολιτικής και οικονομίας. Οποιαδήποτε άλλη χώρα αντιμετώπιζε εθνικούς κινδύνους, όπως η δική μας, θα είχε δημιουργήσει παντοειδείς δεσμούς με τις κοινότητες αυτές και θα τις είχε οργανώσει, έτσι, που να αποτελούν μια παγκόσμια επέκταση και δίκτυο υποστήριξης τής Ελλάδας. Εμείς αντίθετα προκαλούμε 25 συνθήκες που οδηγούν τα νιάτα της στο εξωτερικό. Στη σημερινή εποχή της παγκοσμιοποίησης και της επικοινωνιακής υπερτεχνολογίας, η ιδέα ενός οικουμενικού ελληνικού κράτους, χωρίς σύνορα είναι πραγματοποιήσιμος στρατηγικός στόχος. Ο απόδημος Ελληνισμός έχει διεισδύσει και επηρεάζει οικονομικούς τομείς και εξουσιαστικά κέντρα σε όλη την Υφήλιο. Οι ανά τον κόσμο, λοιπόν, ελληνικές ψυχές, τις ποτισμένες με αγάπη για την Ελλάδα, πρέπει να ενώσει πολιτικά και οικονομικά η Ελληνική Πολιτεία και η μεγάλη Παγκόσμια Ελλάδα είναι γεννημένη, ως μια κυριαρχική διεθνής δύναμη πολιτισμού και πλούτου. Για την επίτευξη αυτού τού μεγάλου εθνικού οράματος δεν χρειάζεται τίποτα περισσότερο απο τούς κατάλληλους θεσμούς στο Σύνταγμά μας. Θεσμοί οι οποίοι θα αγκαλιάζουν και θα ενώνουν τούς Έλληνες απανταχού της Οικουμένης και οι οποίοι θα προτρέπουν και θα επιτρέπουν τη δημιουργία τού Ελληνικού Οικουμενικού Κράτους με συνεκτικό δεσμό την ελληνική συνείδηση και έδρα την επικράτεια της σημερινής Ελλάδας. Οι σημερινοί νέοι μας, που βλέπουν τα ιδανικά τους να διαψεύδονται από μια πραγματικότητα γεμάτη εθνική ταπείνωση και πίκρα, που μαστίζονται από την ανεργία, πάντα όμως ζωηροί και εκδηλωτικοί, θα πάρουν στα χέρια τους αυτό το όραμα, που στους παλιούς γεννά ενοχές, μα σ’ εκείνους δίνει φτερά να πετάξουν. Ελπίζουμε ότι θα γίνουν ο διάχυτος άνεμος, ο ήρεμος στην αρχή, ο ασυγκράτητος μετά, που θα μεταλλάξει την δική μας ντροπή της κομματικής υποδούλωσης, σε δική τους υπερηφάνεια, δημοκρατικής δράσης. Οι κομματικές αντιπαραθέσεις για το ποιος αρχηγός θα κυβερνά μια στενόχωρη αδύναμη ελληνική Πολιτεία, να γίνουν εθνική συνεννόηση, για το χτίσιμο της παγκόσμιας δυνατής Ελλάδας.